ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΣΗ

ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΣΗ

TI EINAI

Η σχετικά περιορισμένη απώλεια οστικής μάζας, ονομάζεται οστεοπενία και δεν έχει σοβαρές επιπτώσεις.

Η αυξημένη απώλεια όμως οδηγεί στην οστεοπόρωση, κατάσταση παθολογική για τον οστικό ιστό και με σοβαρούς κινδύνους για κατάγματα, κυρίως των γοφών, της σπονδυλικής στήλης και των καρπών.

Τα οστά είναι “ζωντανός οργανισμός” που ανακατασκευάζεται διαρκώς μέσα από τους οστεοκλάστες (μηχανισμός διάλυσης των οστών) και τους οστεοβλάστες (μηχανισμός ανασύνθεσης των οστών).

Οι δύο μηχανισμοί βρίσκονται σε ισορροπία, η οποία μπορεί να διαταραχθεί για πολλούς λόγους (εμμηνόπαυση, γονιδιακός τύπος, ορμονική διαταραχή, κακή δίαιτα, κάπνισμα, έλλειψη άσκησης κ.ά.) και να οδηγήσει σε απώλεια οστικής μάζας.

ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ ΣΗΜΑΣΙΑ

Η οστεοπόρωση είναι πλέον συχνή στις γυναίκες σε εμμηνόπαυση αλλά είναι νόσημα το οποίο συναντάται και σε άνδρες.

Παράγοντες που συντελούν στην οστεοπόρωση είναι :

  • Έλλειψη ασβεστίου βιταμίνης D σε παιδική – εφηβική ηλικία
  • Λήψεις κορτικοστεροεϊδών
  • Διατροφικές διαταραχές (ανορεξία) – προβλήματα δυσαπορρόφησης
  • Σωματική αδράνεια
  • Κάπνισμα – αλκοόλ
  • Διαταραχές θυρεοειδούς
  • Cushing – Ρευματοειδής αρθρίτιδα υπερπαραθυρεοειδισμός
  • Γεννητικοί κληρονομούμενοι παράγοντες

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ
Οι αναλύσεις έχουν σκοπό να διαπιστώσουν έγκαιρα την πιθανώς αυξημένη απώλεια οστού που οδηγεί ή επιδεινώνει την οστεοπορωτική νόσο, αλλά και να ανιχνεύσουν πιθανές ορμονικές διαταραχές και ελλείψεις στοιχείων απαραίτητων για την υγεία των οστών, ώστε να δοθεί η κατάλληλη αγωγή. Οι αναλύσεις προτείνουμε να γίνονται σε γυναίκες:

προληπτικά πρίν την εμμηνόπαυση, ειδικά σε εκείνες με γονείς με προβλήματα οστεοπόρωσης, ώστε να μπορούν να συγκριθούν με αυτές που θα γίνουν με την αρχή της εμμηνόπαυσης.
με διαπιστωμένη οστεοπενία ή οστεοπόρωση πρίν την αρχή θεραπευτικής αντιμετώπισης της, ώστε με νέες μετρήσεις μετά την θεραπεία να μπορεί να αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα του θεραπευτικού σχήματος.

Οι αναλύσεις είναι:

Ασβέστιο ούρων 24ώρου (Ca-U-24h): Έλεγχος στο ρυθμό αποβολής του ασβεστίου, ο οποίος συσχετίζεται με το ρυθμό απώλειας οστικής μάζας
Αλκαλική φωσφατάση (ALP) και ηλεκτροφόρηση της αλκαλικής φωσφατάσης: Έλεγχος σε πιθανή υπερλειτουργία των μηχανισμών σύνθεσης (αναβολισμού) των οστών.
Βιταμίνη D3-25(OH): Συμμετέχει στην απορρόφηση του ασβεστίου από τα οστά. Τελευταίες στατιστικές δείχνουν ελλείψεις ακόμα και στο 80% στο γενικό πληθυσμό
Τ3 (τριϊωδοθυρονίνη), fT4 (ελεύθερη θυροξίνη), TSH (θυρεοτρόπος ορμόνη): Έλεγχος σε πιθανή υπερλειτουργία του θυρεοειδή που αυξάνει τον ρυθμό διάλυσης των οστών.
Παραθορμόνη (PTH): Βασική ορμόνη ρύθμισης του μεταβολισμού του ασβεστίου που παράγεται από τους παραθυρεοειδείς αδένες. Απαραίτητη εξέταση σε άτομα με θυρεοειδεκτομή.
FSH (θυλακιοτρόπος ορμόνη) και οιστραδιόλη (Ε2): η μέτρησή τους πραγματοποιείται σε γυναίκες που πλησιάζουν την εμμηνόπαυση και αποτελούν μέτρο της ορμονικής επάρκειας των γυναικών. Σε περιπτώσεις με ιδιαίτερα βαρύ οικογενειακό ιστορικό και με ενδείξεις για μελλοντική οστεοπόρωση, οι εξετάσεις αυτές μπορούν να καθορίσουν το χρόνο έναρξης θεραπείας ορμονικής υποκατάστασης.
Ηλεκτροφόρηση λευκωμάτων: πραγματοποιείται για τον έλεγχο και αποκλεισμό σοβαρών νοσημάτων του μεταβολισμού, τα οποία μπορούν να επηρεάσουν τον οστικό μεταβολισμό.
CTx (τελοπεπτίδιο τύπου Ι κολλαγόνου C-terminal), NTx (τελοπεπτίδιο τύπου Ι κολλαγόνου N-terminal): αποτελούν μεταβολίτες, στοιχεία αποικοδόμησης του οστού. Η μέτρηση τους σε ούρα 2ώρου δείχνει εάν η ημερήσια απώλεια οστού είναι εντός των φυσιολογικών επιπέδων.
Οστεοκαλσίνη (BGP): με τη μέτρησή της ελέγχουμε τον ρυθμό της οστεοσύνθεσης και αποτελεί σημαντικό προγνωστικό δείκτη οστεοπόρωσης.
Κορτιζόλη ούρων 24ωρου (Cort-U-24h) μπορεί να αποκαλύψει πιθανή υπερλειτουργία των επινεφριδίων, που επηρεάζει αρνητικά την υγεία των οστών.

No comments.